Please ensure Javascript is enabled for purposes of website accessibility

παιδιά που μεγαλώνουν μαζί γίνονται ευτυχισμένοι ενήλικες

Σε ένα συμπεριληπτικό σχολείο στην Ουάσιγκτον παιδιά με διαφορετικές ικανότητες μαθαίνουν να παίζουν μαζί βλέποντας τις ομοιότητες και όχι τις διαφορές τους. Ένα συμβάν θα αποδείξει ότι η συμπερίληψη είναι το πιο σημαντικό εφόδιο για τη ζωή τους.

Της Judith Wides, M.A, M.Ed

Η προσχολική εκπαίδευση στην ουσία είναι η εκμάθηση της ένταξης σε μία ομάδα. Για να μάθει κανείς πώς να είναι μαθητής, πρέπει πρώτα να μάθει πώς να είναι μέλος μιας ομάδας. Ένα παιδί πρέπει να μάθει να περιμένει τη σειρά του, να μοιράζεται, να ακολουθεί το «πρόγραμμα της ομάδας» και να σέβεται το σώμα και τα πράγματα των άλλων. Είναι το θεμέλιο για να γίνει κανείς καλός μαθητής και καλός πολίτης.

Όταν τα μικρά παιδιά βρίσκονται μαζί σε ομάδες, υπάρχει μια βαθιά ομορφιά στο να τα βλέπουμε να παίζουν προτού οι πολυπλοκότητες του κόσμου εισβάλουν στην εμπειρία τους. Τα παιδιά από τη φύση τους έχουν προδιάθεση για αγάπη και συμπερίληψη. Η υπερδύναμη της παιδικής ηλικίας είναι η νευροπλαστικότητα και αυτή είναι παρούσα από τη γέννηση. Τα παιδιά έρχονται στον κόσμο προγραμματισμένα να προσαρμόζονται. Η συμπερίληψη είναι το φυσικό δώρο αυτής της νευροπλαστικότητας, που τους επιτρέπει να μάθουν πολλές γλώσσες ταυτόχρονα και να παίζουν με διάφορετικούς ενήλικες και συνομήλικους, ανεξαρτήτως της γλώσσας που μιλούν. Ανάλογα με την ανάπτυξή τους, τα μικρά παιδιά παρατηρούν τις διαφορές στη γλώσσα, το χρώμα του δέρματος και τα πρότυπα κινητικότητας από πολύ νωρίς, αλλά μαθαίνουν τις προκαταλήψεις και τις διακρίσεις από τους ενήλικες γύρω τους. Οι ενήλικες δημιουργούν το στίγμα, και τα παιδιά μαθαίνουν από τα πρότυπα που υπάρχουν στο περιβάλλον τους.

Έχω την τύχη να εργάζομαι σε ένα σχολικό πλαίσιο που πρεσβεύει την ιδέα ότι για να χτίσουμε μια υγιή δημοκρατία, όλα τα παιδιά πρέπει να νιώθουν ότι έχουν φωνή, θέση στην ομάδα και την ευκαιρία να συνεισφέρουν στο κοινό καλό. Στο σχολείο μου, το Νηπιαγωγείο του Εθνικού Κέντρου Έρευνας για τα Παιδιά (NCRC) στην Ουάσιγκτον, DC, οι μαθητές μας ξεκινούν το σχολείο στην ηλικία των δύο ετών και συνεχίζουν μέχρι τα πέντε.

Στις τάξεις μας, το 18% έως 20% των μαθητών είναι παιδιά με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες. Οι αναπηρίες τους περιλαμβάνουν γενετικές διαταραχές, όπως το Σύνδρομο Down και το Σύνδρομο Williams, καθώς και εγκεφαλική παράλυση και άλλες κινητικές αναπηρίες. Ένας σημαντικός αριθμός παιδιών στο πρόγραμμά μας παρουσιάζει καθυστερήσεις στην ομιλία και τη γλωσσική ανάπτυξη, ενώ πολλά πληρούν τα κριτήρια για διάγνωση αυτισμού. Το NCRC το οποίο ιδρύθηκε το 1928, έχει παράλληλα μακρά ιστορία υποστήριξης παιδιών με απώλεια ακοής και όρασης, παιδιών που χρησιμοποιούν αναπηρικά αμαξίδια, καθώς και παιδιών με καρκίνο.

Όταν παιδιά που διαφέρουν μεταξύ τους (ως προς τις ικανότητες, τη γλώσσα, το χρώμα του δέρματος ή τη νευροδιαφορετικότητα) μεγαλώνουν μαζί από μικρή ηλικία, βλέπουν πρώτα το ένα το άλλο ως παιδιά και φίλους στο παιχνίδι. Το παιχνίδι είναι η δύναμη που τα φέρνει κοντά. Αν και παρατηρούν τις διαφορές μεταξύ τους, δίνουν πολύ μεγαλύτερη σημασία στις ομοιότητες τους, που τους επιτρέπουν να παίζουν και να αλληλοεπιδρούν.

Το παιχνίδι στην αμμοδόχο αποτελεί ένα εξαιρετικό παράδειγμα για το πώς τα παιδιά δημιουργούν φιλίες, παρά τις διαφορές τους. Ο δίχρονος Παναγιώτης αγαπάει την αμμοδόχο, το ίδιο και ο δίχρονος Πιερ. Θα συναντιούνται συχνά εκεί και θα αναπτύξουν φιλία, ακόμα κι αν ο ένας μιλάει ελληνικά και ο άλλος γαλλικά. Αν η Ξένια αγαπά τα Lego και η Αθηνά επίσης αγαπά τα Lego, θα απολαμβάνουν καθημερινά η μία την παρέα της άλλης στο τραπέζι με τα Lego, ανεξάρτητα από το γεγονός ότι η Αθηνά χρησιμοποιεί αμαξίδιο για να κινείται στην τάξη. Τα παιδιά θέλουν και ευχαριστιούνται να βρίσκουν κοινά στοιχεία, γιατί αυτό τους δίνει την αίσθηση ότι ανήκουν. Συχνά θα τα ακούσετε να αναφωνούν με ενθουσιασμό: «Και οι δύο αγαπάμε το παγωτό σοκολάτα!» ή «Και οι δύο λατρεύουμε τους ελέφαντες στον ζωολογικό κήπο!»

Ως κοινωνικά όντα, η ανάγκη για σύνδεση στα μικρά παιδιά είναι ζωτικής σημασίας για την υγεία και την επιβίωσή τους. Οι αναπτυσσόμενοι εγκέφαλοι είναι προσανατολισμένοι να αναζητούν διαφορές και ομοιότητες, ώστε να κατανοούν τον κόσμο γύρω τους. Η εκμάθηση της ανάγνωσης, της γραφής και της αριθμητικής βασίζεται στην κατανόηση των εννοιών της ομοιότητας και της διαφοράς. Ωστόσο, τα κοινά ενδιαφέροντα είναι αυτά που καλλιεργούν τη συναισθηματική σύνδεση, και η κοινωνική σύνδεση είναι κρίσιμη για την ανάπτυξη του εγκεφάλου, την αίσθηση ευτυχίας και το αίσθημα του ανήκειν.

Τα παιδιά χρειάζονται να νιώθουν ότι ανήκουν κάπου για να μπορέσουν να αναπτυχθούν και να ευημερήσουν. Είναι βιολογικά προγραμματισμένα να αναζητούν ομοιότητες προκειμένου να κατανοήσουν την έννοια της οικογένειας και της κοινότητας. Σκεφτείτε πώς τα παιδιά μαθαίνουν να διακρίνουν τις λεπτές διαφορές μεταξύ αδελφών και ξαδέλφων. Τα ξαδέλφια ανήκουν στην ίδια οικογένεια, αλλά ζουν σε διαφορετικά σπίτια. Είμαστε όλοι μέρος της ίδιας οικογενειακής ομάδας, αλλά έχουμε διαφορετικούς γονείς, ενώ οι γονείς μας είναι αδέλφια. Μέσα από την εμπειρία της οικογένειας, τα παιδιά μαθαίνουν να αντιλαμβάνονται ταυτόχρονα την ομοιότητα και τη διαφορά, σε σχέσεις που συνδέονται με δεσμούς αγάπης και αφοσίωσης.

Σε ένα συμπεριληπτικό σχολείο, η εμπειρία μπορεί να είναι αντίστοιχη. Όταν οι δάσκαλοι θέτουν την προσδοκία ότι η διαφορά είναι απλώς διαφορά – όχι καλύτερη ή χειρότερη – τα παιδιά θα αγκαλιάσουν την ιδέα. Φυσικά θα αναζητούν φίλους για παιχνίδι που μοιράζονται τα ίδια ενδιαφέροντα. Και όμως, όπως στην οικογένεια, τα παιδιά μπορούν να αποδεχτούν την ιδέα ότι μπορούμε να είμαστε και διαφορετικοί και ταυτόχρονα ίδιοι. Οι δεσμοί που μας ενώνουν ως κοινότητα μέσα στην τάξη είναι ο σεβασμός και η καλοσύνη, όπως ακριβώς η αγάπη και η αφοσίωση είναι οι δεσμοί σε μια οικογένεια.

Ένα παιδί που παρακολουθεί ένα συμπεριληπτικό σχολείο ξεκινά τη ζωή του με την προσδοκία ότι η τάξη του είναι η κοινότητά του, και στην κοινότητά μας σεβόμαστε και φροντίζουμε ο ένας τον άλλον. Τα παιδιά που συμμετέχουν σε συμπεριληπτικά προγράμματα μαθαίνουν να αναγνωρίζουν τις διαφορές στους ανθρώπους όπως κάθε άλλο παιδί, αλλά κατανοούν ότι τα κοινά ενδιαφέροντα και οι κοινές αξίες είναι αυτά που μας ενώνουν ως μια κοινότητα μαθητών. Τα παιδιά που παρακολουθούν συμπεριληπτικά σχολεία από τα πρώτα τους χρόνια αναμένουν ότι τα παιδιά με διαφορετικές ικανότητες θα είναι ενσωματωμένα όπου κι αν πάνε.

Το NCRC φιλοξενεί παιδιά από δύο έως πέντε ετών. Όταν αποφοιτήσουν από το NCRC, συνεχίζουν την εκπαίδευσή τους στα νηπιαγωγεία της περιοχής. Ωστόσο, υπάρχουν πολλές ιστορίες για φιλίες μεταξύ οικογενειών του NCRC που διαρκούν μια ζωή. Στην καρδιά αυτών των σχέσεων βρίσκεται το αίσθημα ότι μοιράστηκαν κάτι ξεχωριστό. Αυτό που τους συνδέει είναι η γνώση ότι, για τρία χρόνια, τα παιδιά τους βίωσαν ένα ποικιλόμορφο και συμπεριληπτικό σχολικό περιβάλλον, όπου δημιούργησαν φιλίες που δεν θα ήταν ποτέ δυνατές χωρίς την αφοσίωση των γονιών και των εκπαιδευτικών στη συμπερίληψη.

Όπως είπαμε, το NCRC έχει μακρά ιστορία στη φιλοξενία παιδιών με καρκίνο. Πριν από μερικά χρόνια, οργανώθηκε ένας αγώνας δρόμου με στόχο τη συγκέντρωση χρημάτων για την έρευνα για τη λευχαιμία. Η λευχαιμία επηρεάζει κυρίως παιδιά κάτω των 15 ετών, και στον αγώνα συμμετείχαν πολλοί επιζώντες από τον φοβερό παιδικό καρκίνο του αίματος.

Την ημέρα του αγώνα, αναδείχθηκε η αγάπη που ακόμη ένωνε κάποιους μαθητές ηλικίας πρώτης δημοτικού που είχαν παρακολουθήσει το NCRC. Αυτή η αληθινή ιστορία δείχνει πώς τα παιδιά μπορούν να αγκαλιάσουν την έννοια της συμπερίληψης σε μια κοινότητα και να τη μεταφέρουν παραπέρα, ακόμη και αφού φύγουν από το NCRC.

Στον αγώνα, όλοι οι πρώην μαθητές του NCRC έτρεξαν μαζί ως ομάδα. Ένα από τα παιδιά ήταν ένα κορίτσι με εγκεφαλική παράλυση που μόλις είχε μάθει να τρέχει μόνη της. Ήταν ενθουσιασμένη που θα συμμετείχε στον μεγάλο αγώνα με τους φίλους της!

Όμως, περίπου στη μέση του αγώνα, η μικρή κοπέλα έπεσε. Αυτομάτως όλοι οι πρώην συμμαθητές της σταμάτησαν να τρέχουν. Συγκεντρώθηκαν γύρω της και την ενθάρρυναν να σηκωθεί. Εκείνη σηκώθηκε, και όλοι μαζί συνέχισαν να τρέχουν πιασμένοι χέρι χέρι. Όλα αυτά, ενόσω είκοσι ή τριάντα άλλα παιδιά έτρεχαν δίπλα τους χωρίς να τους ρίξουν ούτε ματιά.

Αυτά τα εξάχρονα παιδιά είχαν ξεκινήσει το σχολείο μαζί στο NCRC από την ηλικία των δύο ετών και πέρασαν τρία χρόνια μαζί. Κατά τη διάρκεια αυτών των τριών χρόνων, το μικρό κορίτσι έμαθε να περπατά, να σκαρφαλώνει και να τρέχει. Τα παιδιά γνώριζαν το ταξίδι της, την αγαπούσαν γιατί μοιράζονταν τα ίδια ενδιαφέροντα, όπως τους μονόκερους, τα καρότα και το ντύσιμο με στολές. Αν και ήταν σωματικά διαφορετική, ήταν η φίλη τους και ήξεραν ότι άξιζε να ολοκληρώσει τον αγώνα – γιατί ανήκε στην ομάδα τους. Αυτό είναι το πραγματικό νόημα μιας συμπεριληπτικής κοινότητας: Όλοι έχουν τη θέση τους και όλοι συμμετέχουν.

τα χρώματα είναι για όλους