Μεγαλώνοντας με ΑΓΔ: από τον προφορικό στον γραπτό λόγο
Μία από τις λιγότερο γνωστές νευροαναπτυξιακές διαταραχές στο ευρύ κοινό είναι η Αναπτυξιακή Γλωσσική Διαταραχή (ΑΓΔ).
Είναι ένας όρος που άρχισε να υιοθετείται μετά το 2016, όταν μια ομάδα επιστημόνων από διάφορα πεδία, που καταπιάνονται με τις γλωσσικές διαταραχές των παιδιών, συνεργάστηκε με στόχο την επίτευξη συναίνεσης σχετικά με τα κριτήρια διάγνωσης και την ορολογία για τις διαταραχές επικοινωνίας, λόγου και ομιλίας των παιδιών.
Ο όρος Αναπτυξιακή Γλωσσική Διαταραχή (ΑΓΔ) χρησιμοποιείται τα τελευταία χρόνια για τα άτομα των οποίων η γλωσσική τους ανάπτυξη ως προς την έκφραση ή/και την κατανόηση αποκλίνει από αυτή των συνομηλίκων τους, χωρίς να οφείλεται σε κάποια βιοϊατρική πάθηση, όπως ένα γενετικό σύνδρομο, μια νευροαισθητήρια απώλεια ακοής, μια νευρολογική ασθένεια ή διανοητική αναπηρία.
Είναι μια νευροαναπτυξιακή διαταραχή που εμφανίζεται αρκετά συχνά — στο 7% περίπου του πληθυσμού — και μπορεί να έχει ήπια, μέτρια ή σοβαρή βαρύτητα, ανάλογα με τα συμπτώματα και τις επιπτώσεις της στη συναισθηματική, κοινωνική, ακαδημαϊκή και επαγγελματική ζωή του ατόμου με ΑΓΔ.
Τα συμπτώματα της ΑΓΔ εξελίσσονται από την παιδική μέχρι την ενήλικη ζωή, διαφορετικά για το κάθε άτομο
Κάποια παιδιά μπορεί:
- να έχουν αργοπορία στην εξέλιξη του λόγου τους
- να έχουν δυσκολίες με τους φθόγγους της ομιλίας τους και να μην «μιλάνε καθαρά» μέχρι το νηπιαγωγείο.
Συνήθως αυτά τα παιδιά είναι τα τυχερά που θα παραπεμφθούν σε έναν λογοθεραπευτή για αξιολόγηση και παρέμβαση.
Υπάρχουν όμως και άλλα παιδιά που μπορεί:
- να κάνουν συντακτικά λάθη
- ή/και να δυσκολεύονται να βρουν τις λέξεις
- ή/ή/και να μην θυμούνται τις οδηγίες και πληροφορίες που ακούνε και παλεύουν να κατανοήσουν πιο αφηρημένες έννοιες ή να παρακολουθήσουν μία συζήτηση.
- Μπορεί να είναι οι πιο σιωπηλοί και ήσυχοι μαθητές μιας τάξης, που δυσκολεύονται να αφηγηθούν μία προσωπική εμπειρία ή χρειάζονται χρόνο και διευκρινίσεις για να παρακολουθήσουν τη σχολική παράδοση ενός μαθήματος.
Μεγαλώνοντας με σημαντικές δυσκολίες στον προφορικό τους λόγο, που είναι το θεμέλιο για την κατάκτηση του γραπτού, οι μαθητές με ΑΓΔ δυσκολεύονται συχνά:
- με την ανάγνωση,
- την παραγωγή γραπτού λόγου,
- την ορθογραφία και τα μαθηματικά.
Η λογοθεραπευτική παρέμβαση που κάποιοι λαμβάνουν στην προσχολική κυρίως ηλικία δεν αρκεί. Αν δεν συνεχιστεί η ενίσχυση των διαφορετικών γλωσσικών τομέων — του λεξιλογίου, της σύνταξης, της μορφολογίας, της φωνολογικής επίγνωσης ή/και της λεκτικής μνήμης — και στην σχολική ηλικία, τα προβλήματα συνήθως εμφανίζονται σε όλους τους τομείς ακαδημαϊκής επίδοσης.
Διεθνείς έρευνες δείχνουν ότι οι έφηβοι με ΑΓΔ έχουν:
- σημαντικά χαμηλότερη επίδοση στην κατανόηση γραπτών κειμένων,
- γράφουν μικρότερα κείμενα με λιγότερες προτάσεις και λέξεις,
- κάνουν συντακτικά λάθη και περισσότερα ορθογραφικά λάθη από τους συνομηλίκους τους.
Το να κατανοήσουν το μάθημα της ιστορίας ή ένα μαθηματικό πρόβλημα, το να γράψουν την απάντηση σε μία ερώτηση, να αποδώσουν προφορικά τι έλεγε ένα λογοτεχνικό κείμενο ή να οργανώσουν τις ιδέες τους για να γράψουν μία έκθεση εντός θέματος, είναι μια καθημερινή πρόκληση για τους μαθητές με ΑΓΔ.
Όταν μάλιστα οι δυσκολίες τους δεν έχουν πάρει ένα όνομα, μία διάγνωση που θα τους βοηθήσει να τις εντοπίσουν με τη βοήθεια ενός λογοθεραπευτή ή/και εκπαιδευτικού ψυχολόγου ή/και ειδικού παιδαγωγού, τότε το κίνητρό τους για τη μάθηση συνεχώς μειώνεται και το αίσθημα της αποτυχίας τα συνοδεύει.
Σχεδόν τα μισά παιδιά με ΑΓΔ μπορεί να έχουν και Δυσλεξία, η οποία γίνεται πιο εύκολα διακριτή και ως νευροαναπτυξιακή διαταραχή είναι σίγουρα πιο γνωστή.
Ενημερώνοντας, λοιπόν, για αυτή τη συχνά αθέατη διαταραχή, που μέχρι την ενήλικη ζωή μπορεί να θέτει προκλήσεις και εμπόδια, κάνουμε ένα βήμα ώστε να πάρουν τα παιδιά από τη σχολική ηλικία τη διάγνωση ΑΓΔ, για να έχουν την κατάλληλη υποστήριξη όχι μόνο στον προφορικό, αλλά και στον γραπτό τους λόγο.
Η λογοθεραπευτική και ειδική εκπαιδευτική υποστήριξη θα έπρεπε να είναι δικαίωμα όλων των ατόμων με ΑΓΔ, για μια καλύτερη ποιότητα όχι μόνο της παιδικής, αλλά και της εφηβικής και της ενήλικης ζωής τους.
